Κατά την κλινική εξέταση τα ειδικά κλινικά τεστ είναι συνήθως θετικά, με πιο αξιόπιστο όλων το cross body action test- πρόσθια ανύψωση του Άνω Άκρου και προσαγωγή προς την αντίθετη πλευρά.
Η άρθρωση είναι συχνά διογκωμένη, ενώ σε περίπτωση παλαιότερης συνδεσμικής βλάβης μπορεί να συνυπάρχει αυξημένη προσθιοπίσθια μετατόπιση της κλείδας.
Στον ακτινολογικό έλεγχο διαπιστώνονται εκφυλιστικές αλλοιώσεις, όπως εμφάνιση οστεοφύτων και στένωση του αρθρικού διαστήματος. Σε περίπτωση χρόνιας συνδεσμικής αστάθειας μπορεί να διαπιστωθεί μετατόπιση προς τα άνω του περιφερικού άκρου της κλείδας.
Στην μαγνητική τομογραφία παρατηρούνται σημεία φλεγμονής , συλλογή υγρού και πάχυνση των μαλακών μορίων.
Η χειρουργική παρέμβαση διενεργείται αποκλειστικά αρθροσκοπικά με σκοπό την εκτομή περίπου 5χιλ από το περιφερικό άκρο της κλείδας και αφαίρεση των οστεοφύτων. Κατά αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η αύξηση του μεσάρθριου διαστήματος και η ύφεση των συμπτωμάτων. Οι σύνδεσμοι της ακρωμιοκλειδικής άρθρωσης προστατεύονται διότι εξασφαλίζουν τη σταθερότητα της.
Μετεγχειρητικά το άνω άκρο τοποθετείται σε ανάρτηση για 1 εβδομάδα, ενώ από τη 2η μετεγχειρητική ημέρα ενδείκνυται πρόγραμμα φυσικοθεραπείας με σκοπό την ανάκτηση του εύρους κίνησης και την μυική ενδυνάμωση, ώστε σε 3 εβδομάδες ο ασθενής να μπορεί να επανέλθει σε πλήρη δραστηριότητα.