Εμφανίζεται όταν οι τένοντες και οι μύες στην περιοχή του αγκώνα, επιβαρύνονται πέρα από το όριο αντοχής τους. Αυτό συνήθως συμβαίνει λόγω επαναλαμβανόμενης κίνησης των μυών που βρίσκονται μεταξύ αγκώνα και καρπού.
Ο πόνος του αγκώνα του τενίστα (tennis elbow) εντοπίζεται στην έξω επιφάνεια του αγκώνα, ακριβώς στο σημείο κατάφυσης των τενόντων του αντιβραχίου. Ο πόνος μπορεί να επεκτείνεται σε όλο τον πήχη μέχρι και τον καρπό. Δύναται να περιορίσει σημαντικά, ακόμα και απλές καθημερινές δραστηριότητες όπως το στρίψιμο ενός κλειδιού ή η άρση ενός ελαφρού αντικειμένου.
Συνήθως εμφανίζεται σταδιακά και ο ασθενής δεν δίνει τη δέουσα προσοχή. Η συνεχόμενη επιβάρυνση όμως, επιδεινώνει ραγδαία τα συμπτώματα και τότε απαιτείται το γρηγορότερο η εκτίμηση από ορθοπαιδικό.
Ο πόνος αρχικά αναπαράγεται μόνο με την πίεση στη συγκεκριμένη περιοχή, αργότερα εμφανίζεται και κατά την κίνηση του χεριού, ενώ σε πιο προχωρημένα στάδια είναι έντονος ακόμα και σε ηρεμία. Ο πόνος επιδεινώνεται κατά τις στροφικές κινήσεις του χεριού και κατά την άρση αντικειμένων. Μάλιστα, στην έντονη φάση της έξω επικονδυλίτιδας, ο ασθενής πονάει όταν προσπαθεί να σηκώσει ακόμα και απλά αντικείμενα, όπως μία τσάντα ή ένα μπουκάλι νερό. Μερικές φορές μάλιστα μπορεί να συνοδεύεται και από ακαθόριστα νευρολογικά συμπτώματα όπως μουδιάσματα.
Αν η φλεγμονή του αγκώνα του τενίστα, παραμείνει χωρίς θεραπεία επηρεάζεται τελικά και η δύναμη των μυών της περιοχής, με χαρακτηριστικό αποτέλεσμα τη μειωμένη ικανότητα για συγκράτηση ακόμα και ελαφρών αντικειμένων με το χέρι. Τελικό αποτέλεσμα της έξω επικονδυλίτιδας του αγκώνα, είναι ο σημαντικός περιορισμός της χρήσης του πάσχοντος χεριού.
Σε περίπτωση που τα συμπτώματα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα, προκειμένου να τεθεί η διάγνωση ο πάσχων μπορεί να υποβληθεί σε ακτινογραφία, υπερηχογράφημα ή και μαγνητική τομογραφία του αγκώνα.
Στους τενίστες ειδικά, απαιτείται συχνά η αλλαγή του τρόπου λαβής της ρακέτας καθώς επίσης και η προσωρινή αλλαγή του μοντέλου προπόνησης, έτσι ώστε να μεταβληθεί ο τρόπος καταπόνησης του χεριού. Σημαντικό κομμάτι στην αντιμετώπιση της πάθησης κατέχει η χορήγηση αναλγητικών και αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, όπως επίσης και τα εξειδικευμένα προγράμματα φυσιοθεραπείας, με ειδικές ασκήσεις διάτασης και ενδυνάμωσης των μυών, σε συνδυασμό με θεραπευτικό υπέρηχο.
Η χρησιμοποίηση ενός ειδικού νάρθηκα για την έξω επικονδυλίτιδα του αγκώνα έχει αντικρουόμενα αποτελέσματα. Υπάρχουν ασθενείς οι οποίοι παρατηρούν ύφεση των συμπτωμάτων, υπάρχουν όμως και άλλοι στους οποίους ο πόνος επιδεινώνεται.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι η θεραπεία του αγκώνα του τενίστα μπορεί να διαρκέσει μέχρι και έξι μήνες, μέχρι ο ασθενής να είναι ελεύθερος συμπτωμάτων.
Αν η συντηρητική αγωγή δεν βοηθήσει και τα συμπτώματα επιδεινώνονται, η πάθηση πρέπει να αντιμετωπιστεί χειρουργικά, είτε με ενδοσκοπικές, ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές, είτε με τις κλασικές ανοικτές τεχνικές. Τα αποτελέσματα της χειρουργικής αντιμετώπισης είναι εξαιρετικά και οδηγούν σε οριστική λύση του προβλήματος.
Η ανάπαυση και η λήψη παυσίπονων συχνά οδηγεί συχνά σε ύφεση του πόνου. Στην αρχική φάση της θεραπείας του αγκώνα του τενίστα, απαιτείται άμεση διακοπή της δραστηριότητας που προκαλεί τα συμπτώματα. Ταυτόχρονα ενδείκνυται η χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για περιορισμένο χρονικό διάστημα και η έναρξη φυσιοθεραπείας.
Η σωστή και έγκαιρη φυσιοθεραπευτική αντιμετώπιση αποτελεί κλειδί στην αντιμετώπιση της πάθησης. Επί επιμονής των συμπτωμάτων μπορεί να χορηγηθεί και ένεση κορτιζόνης τοπικά.
Η θεραπεία που αποτελεί τομή στην αντιμετώπιση του αγκώνα του τενίστα είναι η έγχυση βιολογικών παραγόντων (PRP). Η χορήγηση 2-3 ενέσεων PRP τοπικά οδηγεί στην πλειονότητα των περιπτώσεων σε ύφεση των συμπτωμάτων.
Αν η συντηρητική αγωγή δεν βοηθήσει και τα συμπτώματα επιδεινώνονται, ο αγκώνας του τενίστα αντιμετωπίζεται χειρουργικά μέσω ελάχιστα επεμβατικά τεχνικών δίνοντας οριστική λύση στο πρόβλημα. Η επέμβαση διαρκεί περίπου 30 λεπτά και ο ασθενής εξέρχεται την ίδια μέρα από το νοσοκομείο.
Όταν τα συμπτώματα όμως επιμένουν πέραν των 6-9 μηνών, τότε ενδείκνυται η χειρουργική αντιμετώπιση του προβλήματος μέσω μίας μικρής τομής (2 εκ.) στη έξω επιφάνεια του αγκώνα.