Τα δάχτυλα και η παλάμη των χεριών συγκρατούνται μεταξύ τους από σκληρούς συνδετικούς ιστούς κάτω από το δέρμα. Η νόσος Dupuytren είναι μια προοδευτική κυτταρική πάθηση που πλήττει την περιοχή της παλάμης και των δακτύλων, προκαλώντας παραμόρφωση.
Εκδηλώνεται ως ρίκνωση της παλαμιαίας απονεύρωσης των δακτύλων, δηλαδή προκαλεί τη βράχυνση και την πάχυνση του υποδορίου ινώδους ιστού της παλάμης του χεριού. Η πάθηση εμφανίζεται με τρεις μορφές, την οξεία, την υποξεία και τη χρόνια.
Η συγκεκριμένη πάθηση συντελεί στην εμφάνιση σύγκαμψης των δακτύλων και ιδίως του παράμεσου και του μικρού, ωστόσο ενδέχεται να μην περιορίζεται μόνο σε αυτά τα δύο. Μπορεί να επηρεάσει το ένα ή και τα δύο χέρια. Αποτέλεσμα της συγκεκριμένης κατάστασης είναι η ελαττωμένη λειτουργία των χεριών και ο περιορισμός της δυνατότητας εκτέλεσης απλών καθημερινών δραστηριοτήτων.
Η πάθηση συχνά επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου.
Παράλληλα, άτομα ανδρικού φύλου είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν τη συγκεκριμένη μορφή παραμόρφωσης. Το οικογενειακό ιστορικό εμφάνισης της πάθησης, η κατανάλωση αλκοόλ, το κάπνισμα και χρόνιες παθήσεις όπως ο διαβήτης και η επιληψία αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της πάθησης.
Σε πρώιμα στάδια της πάθησης, τα οζίδια αυτά είναι ανώδυνα και δεν προκαλούν εμπόδια στον πάσχοντα. Ωστόσο, τα οζίδια αυτά μπορεί να πυκνώσουν, συμβάλλοντας στο σχηματισμό πυκνών και σκληρών χορδών ιστού κάτω από το δέρμα. Τοπική ευαισθησία και πόνος ενδέχεται επίσης να εκδηλωθούν.
Καθώς ο ιστός κάτω από το δέρμα σφίγγει, τότε το δάκτυλο αρχίζει να λυγίζει προς την παλάμη ή να καμπυλώνει προς τα κάτω, καθιστώντας δύσκολο ή ακόμα και αδύνατο ο ασθενής να κρατήσει τα δάχτυλά του ίσια. Κατά συνέπεια, ο ασθενής δυσκολεύεται σημαντικά στη εκτέλεση καθημερινών κινήσεων και δραστηριοτήτων, καθώς το πάσχον δάκτυλο παρουσιάζει σημαντική αδυναμία έκτασης.
Καθώς η πάθηση συνεχίζει να εξελίσσεται, η σύγκαμψη επεκτείνεται, προκαλώντας δυσκαμψία στις αρθρώσεις των δακτύλων και ρίκνωση του δέρματος. Ο ασθενής παρουσιάζει αδυναμία ακόμα και στην τοποθέτηση του χεριού επίπεδα στο τραπέζι.
Η θεραπεία της πάθησης εξαρτάται από το βαθμό σκλήρυνσης του ιστού. Εάν η κατάσταση εξελίσσεται αργά, δεν προκαλεί πόνο και δεν εμποδίζει την εκτέλεση καθημερινών δραστηριοτήτων, μπορεί να μην απαιτείται θεραπεία. Εάν η νόσος Dupuytren παρουσιάσει επιδείνωση, μπορεί πρώτα να συστηθεί μη χειρουργική θεραπεία για να βοηθήσει στην επιβράδυνση της νόσου.
Σε πρώτο στάδιο θεραπείας της πάθησης συνιστάται η έγχυση στεροειδών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η θεραπευτική αυτή προσέγγιση συνδράμει στην επιβράδυνση της βράχυνσης και της πάχυνσης των ιστών. Παράλληλα, μειώνει τη διόγκωση και ανακουφίζει από τον πόνο. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα μιας ένεσης στεροειδών διαφέρει από ασθενή σε ασθενή.
Χειρουργική επέμβαση συνιστάται εάν η λειτουργία του χεριού είναι μειωμένη, ή η σύγκαμψη στα χέρια εξελίσσεται ή εντοπίζεται σοβαρής έκτασης παραμόρφωση. Η χειρουργική θεραπεία συνήθως περιλαμβάνει την αφαίρεση όλης της προσβεβλημένης παλαμιαίας απονεύρωσης, δηλαδή την εκτομή των οζιδίων και των χορδών που προκαλούν τη σύσπαση.
Τα οζίδια και οι χορδές ιστού τυπικά περιβάλλουν τα νεύρα και τις αρτηρίες στα δάχτυλα. Ως εκ τούτου, απαιτείται μεγάλη προσοχή ώστε να μην προκληθούν βλάβες στα νεύρα και τις αρτηρίες.
Μετά το χειρουργείο απαιτείται τοποθέτηση νάρθηκα και φυσικοθεραπεία για να ανακτηθεί το εύρος κίνησης και να διατηρηθεί η βελτίωση στη λειτουργία του χεριού. Η επέμβαση πραγματοποιείται με τοπική αναισθησία και ο ασθενής λαμβάνει εξιτήριο από την κλινική την ίδια μέρα μετά το χειρουργείο.